Μητσοτάκης σαν το 11880: Του λες το πρόβλημα και…πάει. Ζει ένα δράμα με τα προβλήματα των άλλων και θέλει να απαλύνει τον πόνο τους



Του Γ. Λακόπουλου
 Πώς να πάρεις στα σοβαρά έναν πολιτικό που λέει επί λέξει:
«Τέσσερις είναι οι δεσμεύσεις μας. Πρώτον καλύτεροι μισθοί, δεύτερον καλές και σταθερές θέσεις εργασίας, τρίτον περιφρούρηση δικαιωμάτων των εργαζομένων και συμμετοχή τους στην επιτυχία των επιχειρήσεων, τέταρτον σύνδεση της αγοράς εργασίας με την κατάρτιση και την εκπαίδευση και πέμπτο μέτρα – ειδικά για τις γυναίκες – που να συμφιλιώνουν την προσωπική τους ζωή με την εργασία».
Τη λιμουζίνα που τους πηγαίνει κάθε πρωί στη δουλειά, την κρατάει για έκπληξη.
Ακόμη και την αρίθμηση έκανε λάθος ο πρόεδρος της ΝΔ Κ. Μητσοτάκης μιλώντας σε ιδιωτικούς υπαλλήλους στην Καλλιθέα, στους οποίους έταξε ούτε λίγο πολύ τον Παράδεισο. Τα πάντα: και λεφτά και συμμετοχή σε εταιρίες και προσωπική ευτυχία. Δεν είναι πολιτικός. Είναι θαυματοποιός. Και νεκρούς ανασταίνει.
Πρόκειται για απελπισμένη προσπάθεια να πιάσει το τρένο στο οποίο νόμιζε ότι ταξιδεύει πρώτη θέση; Όχι ακριβώς. Είναι  πολιτική χωρίς αρχές και υποσχέσεις χωρίς τέλος. Πολιτεύεται πλέον με τρεις λέξεις: «Ξέρω» και «δεσμεύομαι».
Δεν υπάρχει πρόβλημα για το οποίο δεν έχει λύση, αίτημα που δεν καλύπτει και θέμα που δεν γνωρίζει. Ίσως το πιο ενοχλητικό είναι το τελευταίο. Εμφανίζεται σε ανθρώπους για τους οποίους δεν έχει ιδέες πώς ζουν, δεν τους έχει  ξαναδεί, ούτε θα τον ξαναδούν και παίζει μπροστά στις κάμερες το ρόλο του καλού Σαμαρείτη.
Όλα τα ξέρει, με όλους συμπάσχει, δεν κοιμάται τα βράδια από την αγωνία αν θα προλάβει να λύσει και το τελευταίο πρόβλημα  αυτών των ανθρώπων, τους οποίους συχνά αντιμετωπίζει σαν αξιοθέατο.
Περιοδεύει σαν τον Ιησού Χριστού και οι πάσχοντες σπεύδουν να του ζητήσουν  θαύματα. «Βλέπω τη ζωή μου να περνά μπροστά μου σαν ταινία και να μην μπορώ να κάνω τίποτα» –υποτίθεται ότι -του εξομολογήθηκε- κάπως ποιητικά- ένας νέος άνεργος.
Δεν έχει κανένα δισταγμό να λέει: «Ψηφίστε με και όλα θα λυθούν». Πήγε στην Βουκουρεστίου μετά από επεισόδια του Ρουβίκωνα και τους είπε: «Με εμένα αυτά δεν θα συμβαίνουν». Θα εξαφανίσει την  παραβατικότητα, όπως θα πολλαπλασιάσει τα ψάρια και τους άρτους.
Πάνω από όλα «ξέρει». Μα να μην του ξεφεύγει τίποτε; Σα να μην έκανε τίποτε άλλο στη ζωή του: μάθαινε τα ανθρώπινα προβλήματα. Έτσι «ξέρει» ότι ένας νέος από το Περιστέρι  προορίζεται για ψυκτικός και ξέρει επίσης- ότι διακατέχεται -ο νέος- από ακραίες τάσεις αποχής και εθνικισμό. Έτσι είπε στη συνέντευξή του.
Σ’ αυτούς τους νέους στο Περιστέρι και στα Δυτικά Προάστια γενικά, έχει ολημερίς και ολονυχτίς το νου και γι’ αυτούς κάνει θυσίες. Π.χ. ενώ στα κεντρικά γραφεία της ΝΔ στο Μοσχάτο είχε την ευκαιρία το γραφείο του να βλέπει την Ακρόπολη αυτός το έβαλε να βλέπει τις φτωχογειτονιές. Δεν είναι πλάκα. Το είπε ο ίδιος στον Μανόλη Κοττάκη.
Δεν υπάρχει μέρα που να μην δείξει πόσο νοιάζεται για τους απλούς ανθρώπους τους οποίους  «αφουγκράζεται»- όπως ο γιατρός με το στηθοσκόπιο -και «ξέρει καλά» τα προβλήματά τους.
Ξέρει τι ζόρια τραβάνε στις Ιχθυόσκαλες, πόσο ανθυγιεινό είναι στα χωράφια να κάθεσαι σε μπάλες από άχυρο. Πώς συζητούν οι γέροι στα καφενεία για τα ξενιτεμένα εγγόνια τους και τον περιμένουν να τα φέρει πίσω. Τι ώρα βγαίνει το ψωμί στο φούρνο και είναι εκεί από τους πρώτους. Πόσο πουλιέται η «Σχεδία» και θυμάται και τους πωλητές που τον ψηφίζουν και ας το διαψεύδουν.
Αυτά δεν είναι υπερβολές. Τα λέει στις συνεντεύξεις του και στα φιλμάκια που γυρίζουν όσοι σκηνοθετούν τις περιοδείες του -όπου φτωχός και πόνος. Μιλάει για την εγκληματικότητα και έχει ρίγος: «θέλει να ξέρει ότι κοιμούνται ήσυχοι» τους είπε στη Λάρισα.
Είναι εξπέρ στα θέματα της υπαίθρου. Π.χ. ξέρει τι σημαίνει να είναι κάποιος αγρότης.
«Ξέρω τι σημαίνει να αναζητάς πιστώσεις από τους προμηθευτές σου για να μπορείς να καλύψεις τη φετινή σοδειά. Ξέρω τι σημαίνει να έρχεται ένα μπουρίνι, ένα χαλάζι να σου καταστρέφει την παραγωγή και ο ΕΛΓΑ να σφυρίζει αδιάφορα».
Μα πώς τα ξέρει; Από χωριό είναι -που λένε;
«Ξέρω τι σημαίνει να είσαι κτηνοτρόφος». Αυτό είπε και πώς το ξέρει: «Θυμάμαι έναν πατέρα και έναν γιο που συνάντησα κατεβαίνοντας από τη Σαμαριά. Να είσαι κτηνοτρόφος, να παλεύεις να βγάζεις καλό γάλα και να έρχονται οι ελληνοποιήσεις από την πίσω πόρτα να σου ρίχνουν τιμές».
Μη ρωτήσετε τώρα τι δουλειά είχε ο κτηνοτρόφος με το γιο του στο δρόμο που περνούσε ο Μητσοτάκης. Την ίδια δουλειά που είχε και η κυριούλα με το καροτσάκι στην Κυψέλη που του είπε «καλέ, τι γκόμενος είσαι εσύ».
Η γιαγιά στα Τρίκαλα  που του ευχήθηκε. Η κυρία στο Μενίδι που του ζήτησε μια «σέλφι» και αυτός έβγαλε τον εαυτό του. Και όλοι όσοι  βλέπουμε να τον σταματούν στο δρόμο και να του λενε ότι θα τον ψηφίσουν και να μη τους ξεχάσει. Ο Θεοδωρικάκος θα ξεπέρασε και τον Βιτόριο Ντε Σίκα σε κομπάρσους….
Και ψυχοπονιάρης άνθρωπος. «Στο νου μου έχω πρώτα από όλα τους ανθρώπους. Έχω μετρήσει το βλέμμα συμπολιτών μας σε όλη την Ελλάδα». Θες κάποιον να πεις τον πόνο σου; Μητσοτάκης.
«Μου έκαναν την τιμή να μου πουν την ιστορία τους, μοιράστηκαν μαζί μου τα προβλήματά τους, τις αγωνίες τους. Και μου εκμυστηρεύτηκαν τις ελπίδες τους».
Κι αυτός κοίταξε μακριά στο μέλλον και απάντησε «Μέσα στην καταχνιά της κρίσης, η Ελλάδα διψά για ένα καλύτερο αύριο».
Θα το φτιάξει αυτό το αύριο. Γιατί «στο μυαλό μου έχω το παιδί που έδωσε φέτος Πανελλήνιες και με πιο μεγάλη προσπάθεια και πολύ διάβασμα πέρασε στο Πανεπιστήμιο. Γεννήθηκε το 2000, στο γύρισμα του αιώνα.  Από τότε που θυμάται τον εαυτό του, η Ελλάδα είναι σε κρίση».
Όχι για πολύ όμως ακόμη. «Η αγωνία μου είναι να εξασφαλίσουμε ένα καλύτερο αύριο για τη γενιά του».
Ένα «νέο παιδί που δουλεύει ντελίβερι» του είπε: «Όταν μειώθηκε ο Φ.Π.Α. αυξήθηκε η δουλειά μου και το εισόδημά μου». Καιυποσχέθηκε να τον μειώσει, αλλά μάλλον την πάτησε και θα χάσει την ψήφο: τον μείωσε ο Τσίπρας.
Ένας νέος από το Ρέθυμνο τον ρώτησε: «Ξέρετε γιατί θέλω να φύγω από την Ελλάδα». Δεν το ήξερε. Αλλά του το είπε ο νέος από το Ρέθυμνο: «Δεν είναι μόνο θέμα οικονομικό. Είναι κυρίως θέμα νοοτροπίας. Δεν επιβραβεύεται η αξία, η προσπάθεια, η δουλειά. Αντίθετα χλευάζεται. Στη σημερινή Ελλάδα ο άξιος και ο εργατικός δεν προοδεύει».
Μια δημόσια υπάλληλος του είπε -αλλά δεν ξέρουμε τοποθεσία: «Γιατί να δουλέψω παραπάνω όταν η αμοιβή μου θα είναι ίδια; Όταν η εξέλιξή μου δεν θα είναι αξιοκρατική; Όταν ο προϊστάμενός μου επιλέχθηκε με κομματικά κριτήρια και είναι αστοιχείωτος;».
Τέτοια του λένε στο δρόμο προς την Καπερναούμ. Και τα παίρνει στο κρανίο « Αυτή σίγουρα δεν είναι η  Ελλάδα που οραματίζομαι».Θα τους αγγίξει με χέρια του και όλα θα πάνε καλά.
Τους έχει «στο νου του». «Τους γονείς που διπλοκλειδώνονται και λαγοκοιμούνται, αγωνιούν αν θα γυρίσουν τα παιδιά τους σώα από τη ζούγκλα και την αναρχία της ασφάλτου».Τροχαία τέλος, αν βγει!
Έχει στο νου του «τον καρκινοπαθή που μπορεί να αναμένει τέσσερις μήνες για να αρχίσει θεραπεία». «Σκέφτομαι την χήρα που πάει να βγάλει σύνταξη» – δικά του λόγια.
Τους ακούει, τους κατανοεί και «θέλει να είναι απόλυτα ξεκάθαρος: Δεν τον ενδιαφέρει η εξουσία ως αυτοσκοπός». Προς Θεού, για τους άλλους το κάνει:
 «Δώστε μου τη δυνατότητα να οδηγήσω την πατρίδα μας μακριά από τον κακό της εαυτό».